Γεννημένος την 14η Σεπτεμβρίου… I El Comandante

14η Σεπτεμβρίου…
Μια ημέρα συνυφασμένη με την Ορθοδοξία, καθώς η εκκλησία μας γιορτάζει την ύψωση του Τίμιου Σταυρού. Μια ημέρα πολύ σημαδιακή όμως και για τον ελληνικό αθλητισμό, καθώς ουσιαστικά σηματοδοτεί την απαρχή του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Είναι η μέρα που ο “βασιλιάς των σπορ”, θα βρει στο πρόσωπο της ομάδας μιας πόλης-ορόσημου των αλύτρωτων πατρίδων, τον πρώτο του εκπρόσωπο. Αυτόν που μέσα από τα συντρίμια της Μικρασιατικής καταστροφής, στην ουσία μεταλαμπάδευσε το σπορ στην μητροπολιτική Ελλάδα, καθώς ανάμεσα στα λιγοστά πράγματα που μπόρεσε να διασώσει και να μεταφέρει στην αντίπερα όχθη του Αιγαίου, ήταν το άθλημα του ποδοσφαίρου, που είχε γεννηθεί και γαλουχηθεί στην Πανιώνια ιδέα…
                                                              “Αυτή είν’ η Σμύρνη η ξακουστή…” 
Δυό δεκαετίες περίπου πριν γλυκοχαράξει ο 20ος αιώνας, ένας πρωτοφανής οργασμός οικονομικο-εμπορικών, αλλά και κοινωνικών δραστηριοτήτων, σαρώνει τα παράλια της Μικράς Ασίας. Το κέντρο των εξελίξεων της περιοχής, η Σμύρνη, καταφέρνει να δίνει με τον δικό της ιδιαίτερο τόνο, έναν ξεχωριστά ευρωπαϊκό αέρα στην “ασθμαίνουσα ανατολίτισα”, την Οθωμανική αυτοκρατορία.

Η Πόλη μπορεί να είναι η πρωτεύουσα και η έδρα της “Υψηλής Πύλης”, μα τον χορό της άνευ προηγουμένου ανάπτυξης, οδηγεί αναμφίβολα μια άλλη πόλη, που βρίσκεται στα παράλια του Αιγαίου, μικρότερη μεν σε μέγεθος, πολύ πιό δραστήρια δε: η Σμύρνη! Η πόλη σφύζει από ζωή. Πολύβουοι δρόμοι, εμπορικοί οίκοι που θυμίζουν… μελίσσια, τράπεζες και κάθε λογής καταστήματα γεμάτα από κόσμο, θέατρα, αριστοκρατικά καφενεία, πάρκα και ευαγή ιδρύματα, χάνια, αλλά και εστιατόρια δυτικού στυλ, και ένα δίκτυο σιδηροδρομικών γραμμών που συνδέει την πόλη με τα περίχωρα, δίνουν τον τόνο μιας κοσμοπολίτικης μεγαλούπολης ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Η Σμύρνη με τον ρυθμό της,  μπορεί να πάλει την καρδιά μιας αυτοκρατορίας, η οποία όντας ανήμπορη να ακολουθήσει τις εξελίξεις, αρκείται να κάνει τον κομπάρσο του Ρωμιού, προκειμένου να καρπωθεί τα οφέλη της προόδου του.

Το εμπόριο είναι το… βαρύ πυροβολικό της Σμύρνης και η ανοδική του πορεία συμπαρασύρει ολόκληρη την πόλη και τα περίχωρα αυτής σε μια ξέφρενη εξέλιξη. Είναι το μοναδικό μέρος της αυτοκρατορίας, που ο Σουλτάνος βλέπει το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων της να ανεβαίνει σταθερά και η ραγδαία ανάπτυξή της, την κάνει να αποτελεί τον μεγαλύτερο κόμβο μεταξύ Δύσης και Ανατολής, μεταξύ Ευρώπης και Ασίας, μεταξύ της νέας εποχής και μιας ημισέληνου που δύει αμετάκλητα…
Το τουρκικό στοιχείο είναι μεν κυρίαρχο, μα παραγκωνισμένο συνάμα, καθώς τα δρώμενα το έχουν καταστήσει μάλλον καταδικασμένο να ακολουθεί τις εξελίξεις, παρά να τις οδηγεί, περισσότερο να υπηρετεί τους ισχυρούς, παρά να διεκδικεί τον ρόλο του πρωταγωνιστή. Φράγκοι (Γάλλοι), Ιγγλέζοι, Χαχόλοι (Ρώσσοι) σιταράδες, Εβραίοι, Ιταλοί Γερμανοί, Άραβες από την Αλεξάνδρεια, το Μπερούτι (Βηρυτός) και το Τούνεζι (Τυνησία) ακόμα και έμποροι από τις μακρινές Η.Π.Α. έχουν καταστήσει την “βασίλισσα της Μικράς Ασίας” εκτός από τόπο κατοικίας τους και έδρα των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων. Όμως τα ηνία της πόλης, τα κρατάνε οι “Ρωμιοί”…
File:Smyrna wharf c. 1910.jpg - Wikimedia Commons

Εκ των αρχαιοτάτων χρόνων, δηλώνουν το παρών στην ευρύτερη περιοχή και με την πρόοδο και το εμπορικό δαιμόνιο που τους διακρίνει κατάφεραν με το πέρασμα των αιώνων, να αναδειχθούν στο κυρίαρχο στοιχείο της πόλης. Δεν είναι απλά η “μεγαλύτερη… μειονότητα”. Είναι οι ρυθμιστές της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της Σμύρνης. Της πόλης που όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι και οι περιηγητές της εποχής, αποτελεί το… “μικρό Παρίσι” της Ανατολής. Και είναι γεγονός… Με εξαίρεση την Μασαλία, δεν υπάρχει πόλη στην ευρύτερη λεκάνη της Μεσογείου, που να μπορεί να συγκριθεί με το στολίδι της Μικράς Ασίας σε ομορφιά, αίγλη, οικονομική άνθιση και κοινωνική ζωή. Αποτελεί -δίχως την παραμικρή αμφιβολία- την μοναδική (μαζί με το Λονδίνο) πολυπολιτισμική κοινωνία της εποχής. Και όπως κάθε πόλη της εποχής που… σέβεται τον εαυτό της, δεν μπορεί να μην διαθέτει τον δικό της επίσημο “εκπρόσωπο” του πολιτισμού.

1890: η γέννηση της Πανιώνιας ιδέας

Έτσι, στις 14 Σεπτεμβρίου 1890 μουσικόφιλοι νεαροί από επιφανείς ελληνικές οικογένειες της Σμύρνης, μαζί με μαθητές της Σχολής Αρώνη, αποφασίζουν να ιδρύσουν τον Μουσικό και Γυμναστικό Σύλλογο “Ορφεύς”.  Είναι μια μέρα σημαδιακή για τον Μικρασιατικό ελληνισμό. Η επιλογή της εορτής της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού ως ημερομηνία ίδρυσης του εν λόγω σωματείου, δεν είναι καθόλου τυχαία.
Ο νεοσύστατος σύλλογος, γνήσιο τέκνο των Ελλήνων της πόλης, πρέπει να έχει τη βάση του, στο κοινό έρεισμα του αλύτρωτου ελληνισμού, την ορθοδοξία. Της πρωτοβουλίας ίδρυσης του Σωματείου προΐστατο ο Νικίας Τζέτζος μαζί με τους Παναγιώτη Αργυρόπουλο, Ιωάννη Φατσέα, Μ. Στιβακτόπουλο και Δημοσθένη Μιλανάκη, ως ιδρυτικά μέλη. Ο “Ορφεύς” αν και αρχικά ήταν σωματείο που είχε επικεντρωθεί στην καλλιέργια της μουσικής είδε αθλητές του να συμμετέχουν στην Ολυμπιάδα της Αθήνας το 1896. Τα… προεόρτια της ένωσης των δύο σωματείων, είχαν ήδη αρχίσει να σημαίνουν… Τρία χρόνια νωρίτερα κάποια μέλη του συλλόγου που επιθυμούσαν να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στις αθλητικές δραστηριότητες, αποχώρησαν και ίδρυσαν τον Αθλητικό Σύλλογο “Γυμνάσιον”. Το 1896 καθιερώνονται οι Πανιώνιοι Αγώνες και το 1898 στους Β΄ Πανιώνιους Αγώνες “Ορφέας” και “Γυμνάσιο” συμμετέχουν από κοινού.
Οι φερέλπιδες νέοι της πόλης δεν αρκούνται στην κοινή παρουσία των δύο συλλόγων. Βλέπουν μπροστά από την εποχή τους. Αφουγκράζονται τις προσταγές του μέλλοντος και αντιλαμβάνονται ότι ο αθλητισμός είναι το ευγενές εκείνο πεδίο, απ’ όπου λίαν συντόμως θα προάγεται ο πολιτισμός που χαρακτηρίζει τον κάθε λαό. Αποφασίζουν να μεγαλώσουν το εύρος δραστηριοποίησης του Συλλόγου και να τον ισχυροποιήσουν ακόμα περισσότερο, ανάγοντάς τον δρόμο, στον αθλητικό πρεσβευτή της Σμύρνης. Με τις ευλογίες του μεγάλου ποιμένα και ακούραστου εργάτη του ελληνισμού της περιοχής, Χρυσοστόμου, τα δύο αδελφά σωματεία που καιρό τώρα δρούν αλληλοσυμπληρούμενα, συγχωνεύονται μια και καλή και δημιουργούν τον “Πανιώνιο Γυμναστικό Σύλλογο Σμύρνης”.
Νέοι από όλες της γειτονιές της πόλης, αρχίζουν να πλαισιώνουν το σωματείο. Από τις αριστοκρατικές συνοικίες του Μπουρνόβα και του Άι Δημήτρη, μέχρι τον Φραγκομαχαλά και τη Λυγαριά, οι νέοι είχαν πλέον τον Πανιώνιο ως πόλο έλξης τους. Γόνοι ευγενών οικογενειών από τις γειτονιές του Αγίου Κωνσταντίνου, της Αγίας Φωτεινής, από το κοσμοπολίτικο Queai και την Μπελαβίστα,  γίνονταν ένα με τους παιδιά από τον Φασουλά, τον Βουτζά και τις λαϊκές συνοικίες του Χατζηφράγκου, του Άι Γιάννη, τα “Μορτάκια” και τα “Σχοινάδικα” υπό τη σκέπη του Πανιώνιου… Και το μεγάλο ραντεβού όλων: οι Πανιώνιοι αγώνες! Το μεγαλύτερο ετήσιο αθλητικό γεγονός όχι μόνο της πόλης, αλλά και ολόκληρου του Μικρασιατικού -και όχι μόνο- ελληνισμού. Αποτελεί το ορόσημο του ελληνικού αθλητισμού, καθώς είναι η πρώτη φορά μετά τα “Ζάππεια” και την ανασύσταση των Ολυμπιακών Αγώνων, που λαμβάνει χώρα σε σταθερά βάση ένα αθλητικό γεγονός. Οι Αγώνες αυτοί αποτελούν το σήμα κατατεθέν του νέου αιώνα. Διεξάγονται στο πρώτο στάδιο που δημιουργήθηκε αποκλειστικά για αθλητικό σωματείο σε ολόκληρη την Ασιατική ήπειρο(!) στο προάστιο του Μπουρνόβα.
                                                                          “Πες τα… Χρυσόστομε!”
Το 1904 ο Σύλλογος θα μετακομίσει στο στάδιο του Παραδείσου. Εκεί ξεκίνησαν να διεξάγονται και οι πρώτοι ποδοσφαιρικοί αγώνες. Οι δε προπονήσεις γίνονταν σε μικρούς νοικιασμένους χώρους και από το 1900 στο γήπεδο μιας γαλλικής εταιρείας, το οποίο ο σύλλογος διαμόρφωσε σε στάδιο στίβου, εγκατέστησε γυμναστήριο, γραφεία κλπ. Η λήξη της μίσθωσης του χώρου αυτού το 1910 και άρνηση των Γάλλων να την ανανεώσουν, άφηνε τον Πανιώνιο στο δρόμο, σε μια εποχή που το Σωματείο βρισκόταν στο απόγειό του. Ήταν η θρυλική μορφή του πρώτου προέδρου του Συλλόγου (η μοναδική ομάδα στον κόσμο που είχε για πρόεδρό της, έναν μετέπειτα ανακηρυχθέντα άγιο της εκκλησίας) που θα φρόντιζε να αποκαταστήσει την τάξη και να βρει νέο σπίτι στο “παιδί της Σμύρνης”. Ο αειθαλής Μητροπολίτης Χρυσόστομος, είναι αυτός που διαβλέπει ότι ο Πανιώνιος δεν είναι ένα απλό και περαστικό εγχείρημα της νεολαίας, αλλά ο δεύτερος -μετά την εκκλησία- πόλος συσπείρωσης του μικρασιατικού ελληνισμού. Έτσι, αφήνει προς στιγμήν το ράσσο και αναλαμβάνει τον ρόλο του διπλωμάτη: Ο Πανιώνιος είναι πολύ μεγάλος πια για να χαθεί. Οι ρίζες του ξεκινάνε από τούτη δω τη γη μα τα κλαδιά του θα φτάσουν πολύ μακριά φέρεται να λέει προφητικά στη Δημογεροντία.
Δεν ξέρουμε αν κάποιος από τους εκπροσώπους της, ήταν αυτός που πρώτος αναφώνησε το περίφημο… “Πες τα Χρυστόστομε!“. Είναι ένα από τα μυστικά που η ιστορία, μάλλον το κράτησε για δικό της. Ξέρουμε όμως ότι ο μετέπειτα μαρτυρικός Αρχιεπίσκοπος, έπεισε την Κεντρική Επιτροπή και παραχώρησαν έκταση 105 στρεμμάτων κοντά στο νεκροταφείο, για την δημιουργία γηπέδου. Ο Πανιώνιος ήταν αυτός που τελικά… έδινε ρέστα και με τη δελεαστική προσφορά των 100.000 λιρών (αστρονομικού για την εποχή ποσού) είδε τελικά το νέο στάδιό του, να εγκαινιάζεται το 1912, κατά τη διάρκεια των ΙΔ΄ Πανιώνιων Αγώνων.

Το νέο γήπεδο ήταν πρωτοποριακό για την εποχή του. Περιλάμβανε στίβο περιμέτρου 334 μ., γυμναστήριο εξοπλισμένο με σύγχρονα όργανα, εξέδρα για 7.000 θεατές, αποδυτήρια, γραφεία, βοηθητικούς χώρους. Περιλάμβανε όμως και κάτι ακόμα… Κάτι το εξαιρετικά πρωτοποριακό για ελληνικά δεδομένα: γήπεδο ποδοσφαίρου διαστάσεων 95×65 μ., (διαστάσεις που δεν διαφέρουν σημαντικά από τις αντίστοιχες που θα θέσπιζε χρόνια αργότερα η FIFA…).

Το γήπεδο του Πανιωνίου, στην περιοχή της Πούντας, ήταν από κάθε άποψη, ένα διαχρονικό δημιούργημα. Η μεγαλύτερη απόδειξη: το γεγονός ότι υπάρχει ακόμη στη Σμύρνη και αποτελεί την έδρα της τουρκικής ομάδας “Αλτάϊ Σμύρνης”.

                                                           Πανιώνιος: το καμάρι της Ιωνίας

Oι “Πανιώνιοι Αγώνες” δεν αποτελούν το μοναδικό αθλητικό συμβάν της ακμάζουσας πόλης. Εκτός από τα αγωνίσματα του στίβου, που διεξάγονταν κατά τη διάρκειά τους, στην Σμύρνη διοργανώνονταν και μουσικοί διαγωνισμοί, καθώς και αγώνες κολύμβησεις (στους οποίους εκείνη την εποχή, διακρίνεται ο νεαρός τότε Αριστοτέλης Ωνάσης), αλλά και ένα νέο άθλημα το οποίο εξαπλώνεται υπό μορφή… επιδημίας σε ολόκληρη την Ευρώπη: το ποδόσφαιρο! Ένα σπορ το οποίο αν και κερδίζει σταθερά έδαφος στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες, η ανατολή του του 20ου αιώνα το βρίσκει στη χώρα μας, μάλλον ως μία… μόδα που “ψάχνει να βρει τα πατήματά της”, παρά ως ένα συντονισμένο άθλημα με συγκροτημένες ποδοσφαιρικές ομάδες.

Μπορεί στην ελληνική επικράτεια το ποδόσφαιρο να βρισκόταν ακόμα σε υβριδική μορφή, όμως ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, στην απέναντι ακτή του Αιγαίου, ο “βασιλιάς των σπορ” πραγματοποιεί τα… πρώτα νηπιακά του βήματα,από τους αθλητές του Πανιωνίου. Σε εφημερίδες της πόλης αναφέρονται στο διάστημα 1890-1893 ποδοσφαιρικοί αγώνες των μελών του μουσικογυμναστικού σωματείου Ορφεύς Σμύρνης τόσο μεταξύ τους, όσο και με άλλους ποδοσφαρικούς Συλλόγους ως αντιπάλους.
Το άθλημα στη Σμύρνη, το έφεραν ουσιαστικά οι Άγγλοι, οι οποίοι διέμεναν κυρίως στη συνοικία του Μπουρνόβα. Εκεί δημιούργησαν την Bournobat Juniors Athletic Association of Smyrna και σιγά-σιγά τη σκυτάλη παίρνουν οι Έλληνες της πόλης, όπου με τη φανέλα πλέον του Πανιώνιου αγωνίζονται με αντιπάλους τόσο την Bournobat J.A.A. όσο και την Football Club Smyrna. Η μεν πρώτη διασπάστηκε το 1908 σε δύο μέρη και το ένα εντάχθηκε στον προϋπάρχοντα Ερμή (που είχε ιδρυθεί το έτος 1900) ενώ το άλλο σχημάτισε το βραχύβιο Θησέα Μπουρνόβα (η δεύτερη αποτελείτο από ένα κράμα Άγγλων και Ελλήνων αθλητών, με έντονη παρουσία αθλητών άλλων ευρωπαϊκών εθνών).
Ήταν δε τέτοια η δίψα των νέων να αγωνιστούν στο νέο αυτό άθλημα και να εντρυφήσουν στα μυστικά του, που οι ντόπιες ομάδες δεν τους κάλυπταν. Αποτέλεσμα αυτού, ήταν οι ποδοσφαιριστές του Πανιωνίου, να… την στήνουν στην προκυμαία και με το που δένει σ’ αυτήν ξένο εμπορικό ή πολεμικό πλοίο να προσκαλούν τα πληρώματά τους, σε αγώνα ποδοσφαίρου!
Η αντιπροσωπευτική μικτή της Σμύρνης για τους Μεσο-Ολυμπιακούς Αγώνες των Αθηνών το 1906, αποτελείτο στην πλειοψηφία της από παίκτες του Π.Γ.Σ.Σ. και ποδοσφαιριστές της Bournobat JAA. Στην εν λόγω διοργάνωση κατέλαβαν τη 2η θέση επί συνόλου 4 ομάδων, ενώ αμέσως μετά τους αγώνες, ο Πανιώνιος πήρε τα ποδοσφαιρικά σκήπτρα της πόλης. Ως εκπρόσωπός της, στις 2 Μαρτίου 1908 νίκησε με 3-1 (ημίχρ. 1-1) τη μικτή Αθηνών-Πειραιώς (από παίκτες των Εθνικού Γ.Σ. Αθηνών, Πανελλήνιου Γ.Σ. και Πειραϊκού Συνδέσμου) σε φιλικό αγώνα που διεξήχθη στο τότε Ποδηλατοδρόμιο του Νέου Φαλήρου, παρουσία του διαδόχου τότε Κωνσταντίνου και μελών της ελληνικής βασιλικής οικογένειας. Όπως μάλιστα αναφέρεται χαρακτηριστικά στον Τύπο της εποχής ο Πανιώνιος αγωνίστηκε με… “κατερύθρους μπλούζας και λευκά πανταλόνια”.
Το αμέσως επόμενο έτος (1909) ο Πανιώνιος έδωσε τρεις αγώνες στην Αθήνα, αμέσως μετά τη λήξη του 2ου πρωταθλήματος ποδοσφαίρου που είχε διοργανώσει ο Σ.Ε.Γ.Α.Σ. Ο Πανιώνιος νίκησε με 5-3 τον πρόσφατο τότε πρωταθλητή Ελλάδος «Πανελλήνιο Ποδοσφαιρικό Όμιλο» -τον μετέπειτα Παναθηναϊκό- ήρθε ισόπαλος 1-1 με τη Μικτή Πειραιά και ηττήθηκε με 2-3 από τη Μικτή Αθηνών. Στη συνέχεια, τόσο ο Πανιώνιος όσο και οι άλλες ομάδες της Σμύρνης (Απόλλων, Μπουρνόβας, Αρμενική, Μελαντίας, Πέλοψ, Μακάμπι, Αλτάι τουρκική, Ευαγγελική Σχολή, Σχολή Μπάρξερ) διοργάνωναν τουρνουά και κάποιο υποτυπώδες πρωτάθλημα. Υπάρχουν δε αναφορές ότι το 1910 το Κύπελλο Πανιωνίου κατέκτησε η Σχολή Μπάρξερ. Το 1911 ο Πανιώνιος έχασε το πρωτάθλημα από την Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης και το 1922 από τον Απόλλωνα. Όμως, κατέκτησε την πρώτη θέση το 1913-1914.
Πανιώνιος: 128 χρόνια συμπληρώνει ο Ιστορικός - Η σπουδαία ιστορία του σωματείου της Σμύρνης | Alfavita

Στις 2 Μαΐου 1919 και ενώ ο Ελληνικός Στρατός αποβιβαζόταν στη Σμύρνη, ο Πανιώνιος βρισκόταν στην Αθήνα για τη διεξαγωγή των Πανελλήνιων Αγώνων εκείνου του έτους. Η αποστολή του Πανιωνίου έφυγε από τη Σμύρνη ενώ η πόλη ανήκε ακόμα στην Οθωμανική αυτοκρατορία και όταν επέστρεψε σ’ αυτήν, η πόλη πλέον ανήκε στο ελληνικό κράτος, αφού είχε καταληφθεί από τον ελληνικό στόλο! Το 1921, παίκτες της ομάδας στελέχωσαν τη μικτή Σμύρνης για την πολυαναμενόμενη αναμέτρησης μεταξύ Νέας Ελλάδος-Παλαιάς Ελλάδος στο στάδιο του Πανιωνίου. Εκεί παρουσία 7.500 θεατών, του Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου, στρατιωτικών και πολιτικών αρχών της πόλης, η μικτή Αθηνών/Πειραιώς νίκησε με σκορ 4-2.

                                                                    “Της πρόσφυγιάς φανάρι…
Η μικρασιατική καταστροφή, οι ακρότητες, τα εγκλήματα κατά του άμαχου πληθυσμού, οι φόνοι, τα αίσχη, οι ποταμοί αίματος και οι θηριωδίες που χαρακτήρισαν εκείνη την περίοδο, χαράχτηκαν βαθιά επάνω στο D.N.A. του Πανιώνιου Γυμναστικού Συλλόγου Σμύρνης, ο οποίος αναγκάστηκε να ξεριζωθεί και να αφήσει πίσω του τα αλύτρωτα χώματα της γενέτειράς του. Το ερυθρό χρώμα της φανέλας του, αποτελεί έναν ελάχιστο φόρο τιμής στο Ελληνικό αίμα που χύθηκε κατά τη διάρκεια των διωγμών και στους 24 αθλητές της ομάδας του, που βρήκαν βίαιο θάνατο από τους Τούρκους. Αντίστοιχα το κυανό, είναι το χρώμα της ελληνικής σημαίας και του Αιγαίου που αναγκάστηκαν να διασχίσουν οι πρόσφυγες, για να φτάσουν στη μητροπολιτική πατρίδα.

Η ιστορία του Συλλόγου από την ανασύστασή του (κυριολεκτικά από τις στάχτες του, χάρη στις ατέρμωνες προσπάθειες του ανιδιοτελούς προέδρου του, Δημήτρη Δάλλα), μέχρι σήμερα, είναι λίγο ως πολύ γνωστή. Η προσφορά του στον τόπο,  μόνο με μία λέξη μπορεί να αποδοθεί: ανεκτίμητη! Γιατί πολύ απλά, τίποτα από όλα όσα έχει να επιδείξει σήμερα ο Ελληνικός αθλητισμός, δεν θα είχε επιτευχθει, άν δεν είχε υπάρξει ο Πανιώνιος…

Είναι όμως και κάτι άλλο… κάτι το οποίο ο απλός φίλαθλος που δεν ανήκει στην Πανιώνια οικογένεια, δεν το γνωρίζει: το γεγονός ότι ο Σύλλογος αυτός, αφιερώθηκε στην καταδίκη της λήθης: ο οπαδός του Πανιωνίου ΔΕΝ ξεχνά τις ρίζες του. Αναλοτροίωτος από τις επιταγές των καιρών, παραμένει πιστός στο όνειρο της επιστροφής στα πάτρια εδάφη. Όσο αναχρονιστικό, όσο ρομαντικό έως και αστείο κι όσο αφελές κι αν φαίνεται αυτό στους οπαδούς όλων των άλλων ομάδων που είναι απλά συνδεδεμένοι με το τοπικιστικό στοιχείο της προέλευσης του Συλλόγου που ακολουθούν, ο Πανιώνιος κόντρα στο πνεύμα της συμβατικότητας, είναι ο φάρος που στέκεται όρθιος μέσα στο μένος των κυμάτων και την αγριάδα των καιρών, να αγναντεύει μόνιμα προς ανατολάς, καθώς από εκεί κατ’ ουσίαν είναι που εξακολουθεί αντλεί το φως του: την Σμύρνη.

Ίσως γιατί είναι φτιαγμένος από αυτό το μαγικό συστατικό, που θαρρεί κανείς ότι αποτελεί τη συνταγή από την οποία φτιάχνονται τα παραμύθια: από το πολύτιμο εκείνο υλικό που άφησαν πίσω οι παπούδες του. Ο Πανιώνιος αποτελεί κατά τον πλέον περίτρανο τρόπο, τον μεγαλύτερο εκπρόσωπο του ξεριζωμένου από την πατρική γη ελληνισμού, τον μεταλαμπαδευτή όλων όσων πρέσβευε ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας. Αντιπροσωπεύει εδώ και πάνω από έναν αιώνα, την ανυπότακτη εκείνη κραυγή, που αντιστέκεται στη συνομωσία της λήθης και στης αποσιώπησης. Ως γνήσιο τέκνο της προσφυγιάς, ο Πανιώνιος αποτελεί την πλέον ζωντανή απόδειξη, πως όσο δεξιότεχνα κι αν νομοθετεί ο νομοθέτης κι όσο ισχυρός κι αν είναι ο πολιτικός, μπροστά του αδυνατούν και οι δύο, να αποτελέσουν την γομολάστιχα της ιστορίας…

Είναι ο ίδιος ο κόσμος αυτής της ομάδας, που όταν ο ανώνυμος πρόγονός του, στη θέα της πυρπολημένης Σμύρνης και των… “συνωστισμένων στην προκυμαία” αναφωνούσε εκείνη την μακραιώνια κραυγή: “Η Σμύρνη μάνα καίγεται…” , εκείνος πρόσθεσε με γενναιότητα δίπλα της το γνωστό: “Εμπρός Ιστορικέ!” κάνοντάς το, λάβαρο της θέλησής του να συνεχίζει ως άλλος μυθικός Φοίνιξ την πορεία του, ακόμα και τώρα που τον έριξαν στα τάρταρα… Και το πράττει το ίδιο στωικά , όπως έκανε δεκαετίες τώρα, καθώς δεχόταν με έναν ρομαντικά Δονκιχωτικό τρόπο, να αγωνίζεται σε ένα… προκάτ και στα μέτρα των (κατ’ όνομα μόνον) “μεγάλων”, πρωτάθλημα της χώρας μας, από την σύστασή του και εντεύθεν…

EL COMANDANTE

Διαβάστε Περισσότερα