Aισχύλου Πέρσες: version… 2020 Ι El Comandante
Του Ηλία Νικηφόρου
A long time ago, in a galaxy far, far away…
Ο Ξέρξης και ο Δημάρατος (ο οποίος έχει μηδίσει), καταστρώνουν την ναυμαχία της Σαλαμίνας.
Ξέρξης: Πού βρίσκονται συγκεντρωμένα τα πλοία τους;
Δημάρατος: Να, εκεί κάτω βασιλιά μου (δείχνει πρός την Σαλαμίνα). Όλες κι όλες 378 τριήρεις, μάζεψαν.
Ξέρξης: Είσαι σίγουρος ότι είναι ο στόλος των Ελλήνων αυτός; Εγώ πάνω σ’ αυτά τα πλοία, βλέπω πολλά και διαφορετικά μεταξύ τους μπαϊράκια…
Δημάρατος: Αλλάξανε σημαία, βασιλιά μου. Πάγια τακτική των Ελλήνων. Άλλα έχουνε βάλει τη σημαία της Άιγινας, άλλα της Κορίνθου, μέχρι και της Σπάρτης σήκωσαν κάποιοι…
Ξέρξης: Δεν τους πιάνει πουθενά, κανείς αυτούς τους Γραικούς… Δικά τους είναι όλα τα πλοία, μα χωρίς να είναι στη σημαία τους κι όμως διαφεντεύουν τον κόσμο ολάκερο…
Δημάρατος: Και μιά χούφτα από δαύτα, αψηφά τον μεγάλο βασιλιά…
Ξέρξης: Ε, λοιπόν θα τους δείξω εγώ! Θα μου παρατάξεις εκεί κάτω μπροστά από το Πέραμα τις τριήρεις των Φοινίκων μαζί με εκείνες των Πάρθων του Αρτάβαζου…
Δημάρατος: Εκεί δεν γίνεται βασιλιά μου να παρατάξουμε τίποτα. Εκεί είναι η «ζώνη»…
Ξέρξης: Ποιά ζώνη ωρέ; Εκεί δεν κινείται τίποτα… Ερημωμένη είναι η περιοχή. Ακούς πουθενά ματσακόνια, rust bust, «τσιμπίδα», αμμοβολές;
Δημάρατος: Όχι… Οι Έλληνες -είναι αλήθεια- βγάλανε μόνοι τους τα μάτια τους και τώρα φυτοζωούν και κλαίγονται απ’ την άλλη… Έχεις δίκιο: δεν τους πιάνεις πουθενά…
Ξέρξης: Δεν με ενδιαφέρει. Δεν ακούω τίποτα. Στο Πέραμα να παραταχθούν ευθύς αμέσως τα Φοινικικά και τα πλοία πλοία των Πάρθων…
Δημάρατος: Βασιλιά μου, ο λόγος σου, διαταγή μου, αλλά γιατί να κάνουμε εχρθούς μας τους Κινέζους που θέλουνε την ζώνη;
Ξέρξης: Τί δουλειά έχουναυτοί από την άλλη άκρη του κόσμου εδώ πέρα;
Δημάρατος: Μεγάλη ιστορία, άνακτα… Την ζώνη του Περάματος, την θέλουν οι Κινέζοι. Να βάλουμε τώρα εμείς τα πλοία μας και να τους προκαλέσουμε, ενώ αυτοί μπορούνε να πάρουν από μόνοι τους τα σώβρακα των Ελλήνων και να κάνουν, τη δική μας δουλειά κοψοχρονιά, δεν λέει…
Ξέρξης: Κι εγώ που θα κάνω ναυμαχία μωρέ; (φωνάζει οργισμένος) Τέλος πάντων, δώσε σήμα να πλεύσουν να… έδεκεί οι τριήρεις με τους Παφλαγόνες και τους Κάσπιους.
Δημάρατος: Αποκλείεται μεγάλε βασιλέα. Εκεί που δείχνεις, βρίσκονται τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά.
Ξέρξης: Γι’ αυτό σου λέω πανάχρηστε: εκεί θα πας τα πλοία μας να τους τσακίσουν, εκεί που είναι η ψυχή της ναυπηγικής τους βιομηχανίας, εκεί που θα τους πονέσει περισσότερο…
Δημάρατος: Δεν χρειάζεται να πας εσύ να τους τα διαλύσεις, άνακτά μου. Να… προ μερικών εβδομάδων, τα έβγαλαν κι αυτά στο σφυρί…
Ξέρξης: Ποιό σφυρί βρε… Εκεί δεν χτίζουν οι Γραικοί τις νέες πολεμικές τριήρεις τους; Εκεί δεν ναυπηγούν τα λατίνια τους και τις κοντόρους τους;
Ξέρξης: Ναί, αλλά με τις μίζες, την κακή αξιοποίησή τους, τους διορισμούς και τις ρεμούλες που κάνανε, αυτά μπήκανε σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης και τώρα τα ξεπουλάνε και οι ξένες δυνάμεις που τους τρέχουν τα σάλια να πάρουνε σίγουρες μπίζνες στα χέρια τους. Οι ξένες δυνάμεις που μπήκανε στη μέση, δεν θα μας επιτρέψουν να παραταχθούμε εκεί, όπως καταλαβαίνεις…
Ξέρξης: Μα, καλά… πώς τα ξεπουλάνε αφού έχουνε δουλειές; Πώς πέσανε έξω;
Δημάρατος: Τί να σου πω πολυχρονεμένε μου… Από την μιά κλαίγονται ότι δεν έχουνε δουλειές κι από την άλλη κάνουν απεργίες, την παράλλη χτυπάνε κάρτες και δεν εμφανίζονται… Άσε που είναι όλοι τους κομματόσκυλα οι μεν του Θεμιστοκλή οι δε του Αριστείδη…
Ξέρξης: Και για δεν τους ρίχνουνε στα λιοντάρια να τελειώνουμε;
Δημάρατος: Το έχουν πει πολλοί λογικοί Έλληνες αυτό, αλλά η πλειοψηφία ισχυρίζεται ότι δεν είναι… politically correct. Άσε που το θεωρούν ρατσιστικό, διάκριση και δεν συμμαζεύεται.
Ξέρξης: Ρε ποιούς ήρθα να πολεμήσω ο άνθρωπος…
Βγάλε φιρμάνι και στείλε τα πλοία μας στα Παλούκια τότε…
Δημάρατος: Κλειστά τα Παλούκια βασιλιά μου… Κάνουν πορείες και διαδηλώσεις οι ιδιοκτήτες των φέρυ-μποουτ, γιατί αντιτίθενται στη νέα γέφυρα που θα ενώνει την Αττική με τη Σαλαμίνα.
Ξέρξης: Κλειστά κι εκεί δηλαδή… Πάει, τον ξεχνάμε και τον Κόλπο… Εντάξει λοιπόν, προχωράμε: λίγο πρίν από τον Πειραιά θα παραταχθούμε. Στο κέντρο θα βάλεις τους Κόλχους, αριστερά τους θα μπούνε οι Λυδοί…
Δημάρατος: Βασιλέα μου, έχουμε θέμα σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη περιοχή… Εκεί το μέρος το έχουν πάρει οι Κινέζοι και ξεφορτώνουν να… ντάνες τα κιβώτια με τα εμπορεύματα.
Ξέρξης: Πάλι οι Κινέζοι; Δεν με νοιάζει! Άναψε την φυκτωρία και μήνυσε σε όλο το Ρωμαίικο, ότι τους περιμένω στη Δραπετσώνα, έτοιμος να τους συνθλίψω.
Δημάρατος: Ακριβώς εκεί είναι που έχουμε θέμα, βασιλιά μου: και πρόσκληση να κάνουμε στους Γραικούς να έρθουν στη Δραπετσώνα θα χαθούν, θα φτάσουν στα… Σούσα.
Ξέρξης: Ποιά Σούσα βρε αχαΐρευτε. Οι Έλληνες είναι οι καλύτεροι ναυτικοί…
Δημάρατος: Δεν θα έπαιρνα και όρκο γι’ αυτό. Μόνο οι Αξιωματικοί είναι Έλληνες πλέον στα εμπορικά τους…
Ξέρξης: Στα πολεμικά τους όμως, είναι όλοι Έλληνες. Εσύ θα με κάνεις να ξεχάσω κι αυτά που ξέρω στο τέλος…
Δημάρατος: Μέχρι στιγμής ναί, Έλληνες πολυχρονεμένε μου. Ακόμα δεν μπήκαν οι λαθρομετανάστες στο Στόλο τους…
Ξέρξης: Εκεί λοιπόν πες τους, πως θα τους περιμένει ο Ξέρξης.
Δημάρατος: Εγώ να τους το πω, αλλά αυτοί δεν θα’ρθουν… Στο ξαναλέω: θα χαθούν. Δεν την ξέρουν πιά την Δραπετσώνα. Έχουν ξεχάσει και τ’ όνομα της περιοχής έτσι όπως κατάντησε με τα ανατολίτικα φαναράκια και τους κόκκινους δράκους να θυμίζει… Σαγκάη και Χονγκ Κονγκ…
Ξέρξης: Καλά, άσε… κατάλαβα. Πες στους κυβερνήτες μας να μουβάρουν όλον τον στόλο μας στην Πειραϊκή. Ανοικτή θάλασσα, θα έχουμε το πλεονέκτημα εκεί.
Δημάρατος: Εκεί ναί, θα έχουμε εμείς το πάνω χέρι, αλλά δεν γίνεται.
Ξέρξης: Και γιατί παρακαλώ, δεν γίνεται… ούτε εκεί;
Δημάρατος: Γιατί και εκεί, έχουν κάνει απόβαση οι ξένοι. Θα κτίσουνε λέει το νέο τερματικό για τα τεράστια κρουαζιερόπλοιά τους.
Ξέρξης: Άντε πάλι αυτοί οι ξένοι… Ξένοι, Κινέζοι, αλαμπουρνέζοι… Ρε την Ελλάδα ήρθα να κατακτήσω για τα Ηνωμένα Έθνη; (φυσάει και ξεφυσάει φουρκισμένος…).
Καλά και το δεχτήκανε και αυτό, οι Έλληνες;
Δημάρατος: Όχι μόνο το δεχτήκανε, αλλά σκέψου ότι ο Θεμιστοκλής, που είχε πάρει ένα μικρό κομματάκι γης εκεί δα και σκόπευε να το χρησιμοποιήσει ως τάφο του, έτσι για να αγναντεύει το Αιγαίο όταν θα πέθαινε, του το πήρε με το «άστε-ντούε» η εκκλησία του Δήμου και το απαλλοτρίωσε για να γίνει το terminal που λέγαμε…
Ξέρξης: Τί γίνεται μωρέ εκεί κάτω… (δείχνει πρός την στεριά). Σκόνη πολύ βλέπω να σηκώνεται και φέρνει αλλαλαγμούς από ελληνικά ο αγέρας στ’ αυτιά μου.
Δημάρατος: Α, εκεί είναι το Δαφνί, βασιλιά μου.
Ξέρξης: Να στείλω τους «αθάνατους» να το πατήσουνε, να τελειώνουμε. Δεν γουστάρω φασαρίες, βαβούρα κι οχλοβοή. Μου μολύνουν τον αέρα που ανασαίνω.
Ο Δημάρατος στέκει αμίλητος. Κατεβάζει το βλέμμα και κουνάει ελαφρά το κεφάλι του πέρα-δώθε…
Ξέρξης: Τί κουνάς το κεφάλι σου, βρε;
Έχει γούστο να μου πεις ότι δεν γίνεται ούτε εκεί να στείλω στρατό…
Δημάρατος: Δεν χρειάζεται, βασιλιά μου. Εκεί, στο Δαφνί είναι το… στρατηγείο των Ελλήνων και τώρα το μεταφέρουνε στη Σαλαμίνα, για μεγαλύτερη ασφάλεια, λέει.
Ξέρξης: Είναι τρελοί αυτοί οι Έλληνες…
Δημάρατος: Αυτό δεν μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε ως ρητό πολυχρονεμένε μου. Το έχει πει πρώτος ο Ουντέρζο στον «Αστερίξ τον Γαλάτη» και θα σε κατηγορήσουν για παράβαση του νόμου περί copy right!
Ξέρξης: Γαλάτες! Αυτό είναι! Αυτοί δεν κατοικούν εκεί μεταξύ Καππαδοκίας και Λυκίας; Κοντά στην Πέργαμο ντε…
Δημάρατος: Καλά τα λες βασιλιά μου (είπε σκεπτόμενος ότι μπορεί ο Ξέρξης να πηγαίνει να κατακτήσει έναν λαό που δεν ξέρει το παραμικρό για δαύτον, αλλά τουλάχιστον από γεωγραφία… σκίζει).
Ξέρξης: Ε, λοιπόν εκεί θα τους κτυπήσω! Εκεί θα τους στριμώξω που έχω και συμμάχους!
(Ο Δημάρατος κοιτάζει, σφίγγοντας τα χείλη. Να του το πει; Να μην του το πει; Παλαντζάρει…).
Ξέρξης: Αφού δεν βρίσκω άκρη με τους Έλληνες εδώ που ήρθα, μέσα στην ίδια τους την αυλή, θα μεταφέρω τον πόλεμο στα νησιά τους. Σύρε και δώσε εντολή στην Αρτεμισία, να κινηθεί να κατακτήσει το Καστελόριζο και να τους κάνουμε με αυτόν τον τρόπο, να έρθουν αυτοί σε εμάς.
Δημάρατος: Βασιλιά μου, ξέχασες; Εκεί έστειλες τον σύμμαχό σου, τον Ταγίπ…
Ξέρξης: Ε, αφού καθάρισε ο φιλαράκος μας κάτω, τότε τί κάνουμε εμείς εδώ; Θα τον αφήσουμε να κάνει πλιάτσικο μόνος του και να μην πάρουμε τίποτα από τα λάφυρα;
Δημάρατος: Μεγάλε άνακτα… ο Ταγίπ δεν έκανε κάτι τέτοιο…
Ξέρξης: Καλά, πώς… Αυτοί είναι μανούλες καημένες σε κάτι τέτοια…
Δημάρατος: Να, ξέρεις πολυχρονεμένε μου… Ο Ταγίπ δεν κατάφερε ούτε καν να ξεμυτήσει από τον ναύσταθμό του στην Αττάλεια, γιατί κάτι τέτοια οι Έλληνες τα μυρίζονται, όπως το γατί, το ψάρι και τον περίμεναν με ολόκληρο τον στόλο τους έξω, έτοιμοι να του δώσουν ένα γερό μάθημα. Αυτός όπως όλοι όσοι είναι μόνο λόγια και κούφια έργα, μάσησε κι έκανε την πάπια…
Ξέρξης: Πάει κι η τελευταία μου ελπίδα… (λέει αναστενάζοντας).
Δημάρατος: Εκτιμώ ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε την όλη φάση στην Ψυτάλλεια.
Ξέρξης: Όχι ωρέ, εκεί είναι τα λύματα. Εκτός από δαρμένους θες να μας έχουν και χεσμένους οι Έλληνες; Σαν πολύ δεν πάει;
«Βασιλιά μου» διακόπτει ένας φρουρός που παρουσιάζεται ενώπιόν του λαχανιασμένος. «Ήρθε μιά αντιπροσωπεία από δύο Έλληνες. Επιμένουν να σε δουν…».
Ξέρξης: Φέρε τους μέσα.
Φρουρός: Δεν θα το πρότεινα, μεγαλειότατε. Για την ασφάλειά σας, εγώ το λέω. Βλέπετε… φοράνε και οι δύο τους μάσκες. Για τρομοκράτες τους κόβω. Είναι λέει μέτρα, για έναν ιό που ήρθε από τους Κινέζους…
Ξέρξης: Χαααααα καλά να πάθουνε. Να που για μιά φορά οι Κινέζοι είναι εδώ και είναι με το μέρος μου… Θέλανε τους Κινέζους στα εδάφη τους, ε; Τώρα που θα το ξεπαστρέψουν όλο το Ρωμαίικο, θα τους πω εγώ… Φέρε τους μέσα και τους δύο.
Οι αντιπρόσωποι, εμφανίζονται μπροστά στον θρόνο του Ξέρξη.
Απεσταλμένος: Πολυχρονεμένε μου, ο Θεμιστοκλής σου στέλνει αυτούς τους δύο πάπυρους.
Ξέρξης: Και τί ζητάνε;
Απεσταλμένος: Να… λέει ότι πρέπει να τους πληρώσεις 150 δραχμές πρόστιμο, γιατί ήρθατε στη χώρα μας και κανείς από εσένα και τ’ ασκέρι σου δεν φοράει μάσκα.
Ξέρξης: Δημάρατε, δώσε σ’ αυτόν εκεί που μοιάζει με Χόμπιτ, τις 150 δραχμές, να πάει στην ευχή του Ζαρατούστρα να τελειώνουμε.
«Μεγαλειότατε» τον διακόπτει ο άλλος απεσταλμένος «Μάλλον δεν καταλάβατε: είστε 1.000.000 στρατός, επί 150 δραχμές έκαστος που είναι το πρόστιμο για κάθε έναν που δεν φοράει μάσκα, μας χρωστάς… 25.000 τάλαντα
Ξέρξης: Τί; (έξω φρενών ο Πέρσης) Τί λες ωρέ… 25.000 τάλαντα!!
Απεσταλμένος: Όχι 25.000 τάλαντα. Αυτό ήταν πρίν την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρώπη. Σημερινά λεφτά, είναι 25.000 ΑΣΗΜΕΝΙΑ τάλαντα, άρχοντα…
Ξέρξης: Εξαφανίσου από μπροστά μου, παιδοβούβαλο που τολμάς…
Ο γεματούλης απεσταλαμένος, κάνει να φύγει, αλλά γυρίζει πρός το μέρος του βασιλιά.
Απεσταλμένος: Τί να πω στους δικούς μου, για τα πρόστιμα…
Ξέρξης: Να τους πεις ότι εγώ δεν καταλαβαίνω από μάσκες και ιούς που εσείς τους έχετε κάνει… θεούς σας. Εγώ πρόστιμα… «δεν πληρώνω». Από τα Σούσα μέχρι να φτάσω εδώ στο Αιγάλεω, με ταράξατε στα διόδια… 65% πήγανε πάνω από την εποχή του πατέρα μου του Δαρείου όταν είχε έρθει να σας κατακτήσει, παλιοεκμεταλλευτές!
Απεσταλμένος: Εντάξει βασιλιά μου, έλα ακολούθα με να πηγαίνουμε τώρα.
Ξέρξης:Να πηγαίνουμε πού; Τί λέει αυτός εδώ, ρε… Είναι καλά; Δεν πάω πουθενά.
Απεσταλμένος: Μεγαλειότατε, πρέπει να σου ζητήσω, να αφήσεις τον θρόνο και να φύγεις από το βουνό, γιατί δεν πλήρωσες τον ΕΝ.Φ.Ι.Α…
Με αυτά και μ’ αυτά, ο Ξέρξης αποδιοργανώθηκε πλήρως. Αποσυντονίστηκε εντελώς ο στρατηγικός του σχεδιασμός. Κόντεψε να χάσει τα μυαλά του με τους Έλληνες, που του έσπασαν τα νεύρα, με αποτέλεσμα να χάσει τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Έτσι στο τέλος τα μάζεψε κι έφυγε.
Όπως ακριβώς τα μαζεύουνε οι νέοι μας σήμερα. Γιατί το «Ίτε παίδες Ελλήνων…» που αντήχησε εκείνον τον Σεπτέμβρη στα πληρώματα των Σαλαμινομάχων, έδειχνε τον δρόμο της νίκης, ακριβώς πρίν από 2.500 χρόνια. Σήμερα όμως ο στίχος του ίδιου παιάνα, καλεί τα νιάτα της Ελλάδος, να παίρνουν τον δρόμο της ξενιτιάς. Γιατί μπορεί οι Πέρσες τελικά να μην κατάφεραν να μας σκλαβώσουν, τί να το κάνουμε όμως, όταν εμείς οι ίδιοι φερόμαστε σε κάθε ευκαιρία σαν κατακτητές στον ίδιο μας τον τόπο;
Τότε, ο Ξέρξης, μάζεψε τα απομεινάρια του στρατού του κι έφυγε ηττημένος και με την ουρά στα σκέλια. Ο Αισχύλος, επικός στο έργο του «Πέρσαι», προειδοποιεί για τον κίνδυνο που επιφέρει η υποτίμηση του εχθρού, η έπαρση, η φιλοδοξία και η αλαζονεία της εξουσίας και φαίνεται προβληματισμένος και επιφυλακτικός απέναντι σε ό,τι συνδέεται με την υπερβολή, την υπεροψία και την ματαιοδοξία, χαρακτηριστικά τόσο του Ξέρξη όσο και των ενεργειών του, καθώς γνωρίζει ότι αυτά ωθούν τον άνθρωπο στην τιμωρία.
Το έτος που ο Αισχύλος άφηνε πίσω του τον μάταιο τούτο κόσμο, γεννιόταν ο μεγάλος σατιρικός, της αθηναϊκής κομμωδίας, ο Αριστοφάνης. Kαι ανώ γράφονταν αυτές οι σειρές, το ερώτημα εξακολουθεί να παραμένει αναπάντητο: ο Αριστοφάνης είναι αυτός που παραμένει επίκαιρος 2.500 χρόνια μετά ή μήπως εμείς είμαστε ίδιοι κι απαράλλαχτοι, 25 αιώνες τώρα;
Κι ενώ το ερώτημα θα συνεχίσει να πλανάται και να βασανίζει και τις επερχόμενες γεννιές ευσυνείδητων Ελλήνων, το μόνο σίγουρο είναι τούτο: τους Ευρωπαίους μπορεί να τους συμφέρει να ξεχνάνε σε ποιούς οφείλουν (και τότε αλλά ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ), το γεγονός ότι μπόρεσαν να αναπτύξουν… “πολιτισμό” και να προοδεύουν χάρη στην ευμάρεια που απολαμβάνουν αιώνες τώρα, στις πλάτες μας, χάρη στην ανδρεία των Ελλήνων.
ΕΜΕΙΣ ΟΜΩΣ όσο θα παραμένουμε πιστοί στο «Έχουμε γη και πατρίδα όσο έχουμε πλοία στη θάλασσα”, ΔΕΝ ΘΑ ΞΕΧΑΣΟΥΜΕ ΠΟΤΕ ΤΙΣ 380 ΤΡΙΗΡΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΗΡΩΙΚΑ ΠΛΗΡΩΜΑΤΑ ΤΟΥΣ.