“Είμαστε χιλιάδες , είμαστε άνθρωποι έχουμε δικαιώματα” Ι Irina Time

Ανάγκη του ανθρώπου να ενθουσιάζεται, να σκέφτεται και να φαντάζεται, αυθόρμητα να χαμογελά, να ακούει μία φωνή και να δακρύζει από δέος. Αναπόφευκτο το συναίσθημα, ο φόβος, η λύπη, το να συμπάσχει κανείς, να ταυτίζεται, να γελά, να χαίρεται και συναισθηματικά να αντιλαμβάνεται χωρίς περιορισμούς και αναγκαίες αιτιολογίες. Η φαντασία δεν διακατέχεται από όρια, οι σκέψεις εκτινάσσονται και αν ο άνθρωπος δεν «παραμυθείται» πως θα ανταποκριθεί στη βιομέριμνά του;

Η Ητέχνη, λοιπόν, έρχεται και απαντά μυστηριωδώς σε όλα αυτά τα ερωτήματα χωρίς να είναι συγκεκριμένη, έρχεται και αγκιστρώνεται στο ανθρώπινο μυαλό και αφυπνίζει, δημιουργεί αμφιβολίες, προκαλεί, εκτινάσσει και παγιώνει κινήματα. Παράλληλα, αντιστρατεύεται δόγματα και πάθη, τολμά να εξερευνήσει πτυχές κοινωνιών, προσωπικοτήτων, να δημιουργήσει σαρκασμό και να δώσει χρώμα και γεύση στις ζωές μας, ακόμη και όταν θεωρούμε πως δεν τη χρειαζόμαστε. Έχει τη δύναμη να συγκινήσει, να προσφέρει γνώσεις που κατακτήθηκαν στο πέρασμα των αιώνων σε ελάχιστο χρόνο και ενδεχομένως με ουδεμία αμοιβή.

Η τέχνη κρύβεται πίσω από εμάς τους ίδιους, πίσω από κάθε σκέψη μας, μας διδάσκει ξένες γλώσσες, μας μεταλαμπαδεύει αξίες, μας βελτιώνει ως προσωπικότητες και μας παρέχει συντροφιά. Πρόκειται για ανθρώπους δυναμικούς, που συναισθάνονται, μετρούν σταθμά ρόλου, παλέτας, νότας, σεναρίου ή πένας με σκοπούς πολλαπλούς. Οι άνθρωποι αυτοί συνήθως δεν έχουν μία σταθερή επαγγελματική συμφωνία και διαρκώς συνεννοούνται για την επόμενη κοινωνική και πολιτιστική συνεισφορά τους.

Διότι περί συνεισφοράς πρόκειται η δημιουργία φροντιστών τραγουδιού, ταινιών, βιβλίων, σειρών και παραστάσεων, από ανθρώπους με ανάγκες και δικαιώματα. Από ανθρώπους που μοιράζονται συναισθήματα και αντιλήψεις, ρισκάροντας την «εικόνα» τους, αγωνιώντας για το αποτέλεσμα και κυνηγώντας συνήθως το «κάτι παραπάνω», διαφορετικό από το προηγούμενο

Αξέχαστη έχει μείνει η ομιλία της καλλιτέχνιδας, Έλιας Βεργανελάκη, που σαστισμένη έστειλε τους «αγωνιστικούς της χαιρετισμούς» σε διασκεδαστές, φροντιστές, παραγωγούς, σκηνοθέτες, συντονιστές, μακιγιέρ, σκριπτ, μουσικούς, χορευτές, γλύπτες, αγιογράφους, συγγραφείς, ζωγράφους, στιχουργούς, μοντέρ, οπερατέρ, ενδυματολόγους, ηχολήπτες, παραγωγούς, σκηνοθέτες, κομπάρσους, μιλώντας σε ανθρώπους χιλιάδες, συμπάσχοντες, έλλειψης οικονονομικού βοηθήματος με το σλόγκαν «ο καλλιτέχνης δεν είναι άνθρωπος» στη διάρκεια του προηγούμενου lock down.

Αμέτρητοι καλλιτέχνες αδικήθηκαν, αγανάκτησαν και φώναξαν βροντερά μέσα από αναρτήσεις και βίντεο «είμαστε χιλιάδες, είμαστε άνθρωποι και έχουμε δικαιώματα». Μάλιστα παραπονέθηκαν πως η αξία του καλλιτέχνη αναγνωρίζεται έπειτα από τον θάνατό του και προκάλεσαν τον κόσμο (και την κυβέρνηση) να ζήσουν χωρίς τα έργα τους, γεγονός που ακούστηκε τρομακτικό, άχρωμο, μαύρο και φρικιαστικά μονότονο. Λίγο αργότερα, η γνωστή ηθοποιός τόνισε πως αυτό που δέχτηκαν οι καλλιτέχνες ήταν μεγάλη «περιφρόνηση, υποτίμηση, χλευασμός».

Δια ταύτα είναι ότι, έπειτα από αλλεπάλληλους αγώνες αντοχής και  υπομονής δικαιώθηκαν τελικά οικονομικά οι άνθρωποι του θεάματος, ανάλογα με ορισμένες συμβάσεις που είχαν διεκπεραιώσει και έλαβαν το προκαθορισμένο για όλους επίδομα, όπως και οι μακροχρόνια άνεργοι καλλιτέχνες, λαμβάνοντας βέβαια ποσό άλλου, χαμηλότερου βεληνεκούς. Αξίζει, παράλληλα, να υπογραμμιστεί πως όλοι εκείνοι οι αδικημένοι εργαζόμενοι- άνθρωποι, όχι μόνο προϋπήρχαν στις ζωές μας και μας έδιναν ανάσα ψυχραιμίας, αλλά στη διάρκεια της καραντίνας οργάνωναν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ολόκληρα shows και «συναυλίες», ομιλίες, λειτουργώντας ως άνθρωποι του πνεύματος και όχι ως εργαζόμενοι καλλιτέχνες.

Εύλογη, συνεπώς, η απορία, γιατί οι ίδιοι άνθρωποι να βρίσκονται στην αφάνεια ενώ «χρωματίζουν» την καθημερινότητά μας, γιατί να περάσουν όλον αυτόν τον ψυχοκοινωνικό αποκλεισμό και να τρέφονται ενδεχομένως από συσσίτια ή και να σπαταλήσουν μεγάλο μέρος από τους κόπους τους για να καλύψουν τις ανθρώπινες, βασικές ανάγκες αυτών και των οικείων τους;

Στο πλαίσιο, δηλαδή, μιας «χτισμένης» συλλογικής ασφάλειας, παροχής επιδομάτων, ενεργούς τηλεργασίας, οι άνθρωποι αυτοί εκτελούσαν κατά γράμμα το κοινωνικό τους έργο και μας καλούσαν να «μένουμε σπίτι» συνδράμοντας, αφενός, κατά του κύματος της πανδημίας και αφετέρου, ενισχύοντας το σχέδιο της κυβέρνησης από την οποία ήταν εκείνοι που παραπάνω αδικήθηκαν…Ο Γκαίτε, σίγουρα εξακολουθεί να «αγαπά εκείνον που ονειρεύεται το ανέφικτο», η ελπίδα δεν χάνεται.

 

Irina Time

Διαβάστε Περισσότερα