Η ανάγκη επιβεβαίωσης με την απόκτηση του Λεβαντόφσκι | Sons Of Football
Υπερβολική χαρακτηρίζεται η επιθυμία της Μπάρτσα να εντάξει τον Λεβαντόφσκι στο ρόστερ της το φετινό καλοκαίρι. Το σκεπτικό απόκτησης του Πολωνού κινείται σαφώς αντίθετα με την συντηρητική πολιτική όσον αφορά τα συμβόλαια των ποδοσφαιριστών. Από την μία πλευρά, ο Λαπόρτα αναζητά απεργνωσμένα πηγές εσόδων για την βιωσιμότητα του συλλόγου. Από την άλλη, ο ίδιος προσδοκά στη δαπάνη 50 εκατομμυρίων ευρώ για χάρη του 34άρη Λεβαντόφσκι, μόνο και μόνο για να λογίζεται ως ανταγωνιστική η Μπαρτσελόνα την ερχόμενη σεζόν ανάμεσα στα μεγαθήρια της Ευρώπης.
Στην περίπτωση του Πολωνού έχει (ευτυχώς) λόγο η Μπάγερν Μονάχου που με τις υψηλές τις απαιτήσεις θέτει συνεχώς εμπόδια στους Μπλαουγκράνα. Ασφαλώς και ο Λέβα είναι ένας εκ των κορυφαίων ποδοσφαιριστών παγκοσμίως, αλλά η ηλικία του και η καθίζηση τους τελευταίους μήνες βάζει σε σκέψεις ακόμη και τον πιο αφελή φίλο των Καταλανών. Ειδικά από τη στιγμή που η ομάδα προσπαθεί με δεκάδες τρόπους να μειώσει το κόστος των συμβολαίων και το ρίσκο στις νέες μεταγραφές, στρέφεται παραδόξως στον Πολωνό επιθετικό αποβλέποντας στον παράγοντα σκοράρισμα.
Είναι δεδομένο ότι όποια ομάδα διαθέτει σε καλή κατάσταση τον κυνηγό της με 40-50 μέσο όρο γκολ, διεκδικεί οποιονδήποτε τίτλο εντός και εκτός συνόρων. Αποδείχθηκε φέτος περίτρανα με την άνοδο του Μπενζεμά, ο οποίος συνέβαλε στην κατάκτηση της Λα Λίγκα, αλλά και του Τσάμπιονς Λιγκ. Η Μπαρτσελόνα το συνειδητοποίησε και φέτος ύστερα από την φυγή του δικούς της γκολτζή, τον Μέσι. Η διοίκηση και ο Τσάβι συνάμα θεωρούν πως με την έλευση του συνήθη ύποπτου στο γκολ Λεβαντόφκσι, θα αυξήσουν τις πιθανότητες δεκδίκησης του πρωταθλήματος. Θα ισοφαρήσουν δηλαδή το αβαντάζ της Ρεάλ Μαδρίτης με τον Καρίμ.
Ωστόσο, την ώρα που η Μπάρτσα επιμένει αδικαιολογήτως στο Λεβαντόφσκι με τον κίνδυνο μίας νεότερης ζημιάς, οι Νούνιεζ και Χάλαντ αποτελούν το ενδιαφέρον δίδυμο ενόψει νέας σεζόν. Συγκρίνοντας κανείς την συγκεκριμένη διαμάχη μεταξύ των δύο στο Νησί με τους αντίστοιχα ηλικιακά μεγάλους, Καρίμ και Ρόμπερτ, είναι λογικό να στραφεί στο πρώτο ελπιδοφόρο ζευγάρι. Η δυσκολία να ανταπεξέλθει η Μπάρτσα στα τωρινά δεδομένα της αγοράς, την οδηγεί σε αλλοπρόσαλλες σκέψεις που ουδεμία σχέση έχουν τόσο με το πρότζεκτ των χαρισματικών νεαρών, όσο και με την σκληρή πραγματικότητα ενός υπερχρεωμένου «μαγαζιού». Λογικά κανείς φίλαθλος Μπλαουγκράνα δεν ενδιαφέρεται σε μεγάλο βαθμό για την απόκτηση του Λεβαντόφσκι, παρά μόνο να διασκεδάσει με το ταλέντο των πιτσιρικάδων και να δει την είσοδο κι άλλων ταλέντων δίπλα στην ήδη υπάρχουσα ποιότητα. Άλλωστε αποδείχθηκε ότι ακόμη και με τον Αουμπαμεγιάνγκ, το γκολ το βρίσκει η ομάδα. Άλλες ανάγκες έχει τη δεδομένη στιγμή, ενώ σε διαφορετική τροχιά «τρέχει» αυτή την περίοδο σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο ακριβό κλαμπ.
Το φρονιμότερο για την Μπαρτσελόνα θα ήταν να μελετήσει τις περιπτώσεις των νεαρών που πρωταγωνιστούν στο ρόστερ. Είναι καλύτερα οι υθίνοντες φέτος να αξιολογήσουν τον Φάτι (αν είναι υγιής), τους ταλαντούχους μέσους, καθώς σε περίπτωση που αποχωρήσει ο Ντε Γιονγκ οι ίδιοι θα χρειαστεί να βγουν γερά στο προσκήνιο. Παράλληλα, θα ήταν προτιμότερο να δει κανείς στην ομάδα μία αμυντική τετράδα με διαθέσιμους ποιοτικούς παίκτες και back up τους εξίσου ετοιμοπόλεμες λύσεις για κάθε περίσταση. Το ρόστερ διψά από ανανέωση προσώπων, από την έλευση παικτών που είναι ενεργοί στο άθλημα, με φιλοδοξίες. Στη προκειμένου περίπτωση, η Μπαρτσελόνα χρειάζεται ελάχιστα ρίσκα όσον αφορά την απόκτηση ποδοσφαιριστών. Στη παρούσα φάση, η ανανέωση του εκρηκτικού Ντεμπελέ φαντάζει ιδανική από οικονομικής πλευράς, χωρίς να δοθούν ιδιαίτερα πόσα επένδυσης στον Ραφίνια της Λιντς. Η άμυνα χρειάζεται τον δικό της σέντερ μπακ, ο οποίος θα βγάλει από το μυαλό του φιλάθλου τις δυσάρεστες αναμνήσεις με τις περιπτώσεις αμυντικών, όπως των Ουμτιτί, Λενγκλέ, ακόμη και του Πικέ των τελευταίων χρόνων.
Η Μπαρτσελόνα θέλει να επενδύσει στον Λεβαντόφσκι, προκειμένου να έχει έναν παίκτη αντάξιο του πρεστίζ της. Λησμονεί όμως, η διοίκηση την οικονομική «θυσία» για χάρη αυτής της μετακίνησης, όπως και του ότι τα καλά ποδοσφαιρικά χρόνια του Πολωνού είναι πλέον πίσω. Όπως αναφέραμε εξ αρχής, ο κόσμος διαθέτει υπομονή. Έχει κατανοήσει ότι ο σύλλογος βαδίζει σε ένα δύσβατο μονοπάτι, καθώς για να το ανηφορίσει πρέπει συχνά να ξεπουλάει ό,τι του ανήκει ως κληρονομιά, είτε πρόκειται για τα δικαιώματα του γηπέδου και το μουσείο, είτε τα τηλεοπτικά δικαιώματα. Μη ξεχνάμε μάλιστα πως ο Ντε Γιονγκ αναχωρεί κυρίως για οικονομικούς λόγους, παρά για αγωνιστικούς. Αφότου φύγει ο Ολλανδός, κάθε δαπανηρό ντιλ της πρώην διοίκησης Μπαρτομέου παύει να υφίσταται στο ρόστερ με τους άλλοτε παχυλούς μισθούς που «γονάτισαν» τον σύλλογο.