Η αυθεντικότητα του Κώστα Βουτσά Sons Of Football

Ασφαλώς και δεν υπήρξα της γενιάς του Κώστα Βουτσά. Αρκετά, βέβαια, νεότερος – παιδί του 94’ – θυμάμαι τον εαυτό μου τοποθετημένο μπροστά σε μία οθόνη, προσμένοντας με την οικογένειά μου τις λαμπρές στιγμές του κωμικού.

Ο πατέρας μου δεν δίσταζε να σκορπά το γέλιο του σε κάθε ατάκα και ενέργεια του Κώστα Βουτσά. Έτσι, λοιπόν, μπήκε και στη δική μου ζωή η αξιαγάπητη φιγούρα του. Τσαχπίνης ο Κώστας, μπολιασμένος με λαϊκές ατάκες και ύφος, το οποίο όχι μόνο αποτύπωνε τη δική του ζωή αλλά και τη πλειονότητα των τότε Ελλήνων. Ατόφιο ταλέντο, αναδυόμενο από τη πάλη της εποχής, τις κακουχίες και τον τρόπο ζωής στη πρώιμη Θεσσαλονίκη της κατοχής.

Δεν άργησα να τον συμπαθήσω, καθώς συνειδητοποίησα την ιδιαιτερότητα και τη χαρισματικότητα του στην τηλεοπτική – έστω – γνωριμία με τον ίδιο. Με τα χρόνια, λοιπόν, αναγνώρισα την αυθεντικότητά του. Μέσα από τις απόψεις και την αυτοκριτική του στη διαγραφή της καριέρας του, συναντά κανείς έναν αληθινό άνθρωπο, απλό και καθημερινό, όπως συνήθιζε να δρα από τα εφηβικά του χρόνια.

Σε αρκετές αναφορές ιστοριών και συνεντεύξεις του, παρέδιδε λεπτομέρειες ή την κρίση του γύρω από την τέχνη και την ζωή. Επίσης, την αγάπη προς τον πλησίον και τον τρόπο που αλληλοεπιδρούσε με τον κύκλο του. Πάντα απορούσα, όμως, πώς ο Κώστας Βουτσάς ακόμη και σε αυτή την ηλικία βρίσκεται ανάμεσα στα δρώμενα του σημερινού θεάτρου, της τηλεόρασης κλπ.

Η απάντηση ήρθε από τον ίδιο σε μία συνέντευξη στο Lifo gr., στο οποίο ανέφερε τα εξής: «…έχω ένα προτέρημα-ελάττωμα: άμα κάθομαι σπίτι μου, ακούω την πίεσή μου, γλείφω το ζάχαρό μου, υποφέρω! Και γι’ αυτό θέλω να βγαίνω έξω, για να δουλεύω…». Ο Κώστας ζούσε για αυτό που ήταν πλασμένος εξ αρχής να προορίζεται. Αναλάμβανε, μάλιστα, τελευταία συμβολικούς ρόλους, του γηραιότερου ή του σοφού. Σύμφωνα με τον ίδιο, πρέπει κανείς να προσαρμόζεται στην νεότερη εποχή και τις πτυχές της. Ο ίδιος κατόρθωνε να παραμείνει επίκαιρος, συνυφασμένος με το σήμερα, χωρίς να προβαίνει σε υπερβολές.

Η απλότητα του διαχέεται σε κάθε του λέξη. Έμεινε μακριά από ηρωισμούς και ψευδό-επαναστάσεις. Γνώριζε και ο ίδιος, ότι δεν μετείχε σε κανέναν αληθινό (πολιτικό ή μη) αγώνα. Ζώντας ως απλός άνθρωπος, της διπλανής πόρτας, ως φίλος σε κάποιο σταυροδρόμι, αποτελούσε τη μόνη τελική επιθυμία του, «…ανέκαθεν ζητούσα απ’ όλους, γνωστούς και μη, να με αποκαλούν Κωστή και όχι Κύριε Βουτσά. Ο σεβασμός προέρχεται από τον τρόπο συμπεριφοράς. Ποτέ από τους τίτλους…”.

Ο Κώστας Βουτσάς αντιπροσώπευε την αθωότητα της εποχής του. Γόης, κοινωνικός, το διαχρονικό «φστ μπόινγκ» και ο αστείος διάλογος του Ο.Η.Ε. Ο κωμικός έφυγε πλέον από κοντά μας, εδραιώνοντας ο ίδιος ένα κεφάλαιο στον κινηματογράφο μας . Εισχώρησε στη ζωή μας, με το στίγμα του, γιατί όπως είπε και ο ίδιος τελικά «…άμα τρουπώσω, τρούπωσα…».

 

Τα λόγια του Βουτσά αντλήθηκαν από τη συνέντευξη του στο Lifo.gr, αποτελώντας πηγή πληροφοριών για το παρόν άρθρο.

Διαβάστε Περισσότερα