“Μουσικόραμα”: το ελληνικό MTV | El Comandante

Eποχές που έφυγαν μα ΔΕΝ ξεχάστηκαν…
Μια ολόκληρη  κουλτούρα που όσο κι αν πολλοί προσπάθησαν να μας κάνουν να την ξεχάσουμε, πλασάροντάς μας με τον πλέον έντεχνο τρόπο εκφυλιστικά πρότυπα, με χαπάκια… έκστασης, νέγρικη ηλεκτροραπ και μπόλικο… δηθενισμό, το new wave όπως επικράτησε να λέγεται, όντας το τελευταίο αμιγώς (και με όλα τα παρελκόμενα) μουσικό ρεύμα στο μουσικό στερέωμα, παραμένει ακόμα και σήμερα αξεπέραστο.
Γνήσιοι εκπρόσωποι της εποχής εκείνης, οι τρείς σωματοφύλακες των λιγοστών τότε δια ζώσης και εικόνας μέσων (τρείς σε κάθε είδος).
“Οι 3… μουσικοί σωματοφύλακες”
Στο μεν ράδιο οι Έβενης, “267” και Ξυνόπουλος. Ήταν αυτοί που κρατούσαν τα σκήπτρα τόσο της μουσικής ενημέρωσης όσο και της ικανοποίησης των μουσικών μας προτιμήσεων. Βλέπετε… το “ιερό τέρας” του ραδιοφώνου ο Πετρίδης… “Μέρα παρά μέρα” είχε μια κάπως πιό διευρυμένη μουσική αντζέντα ένεκα της ισχυρής δισκοθήκης και των γνώσεων που διέθετε σε πολλά (και κυρίως στη Ροκ) ρεύματα και μουσικές σκηνές.

Αποτέλεσμα αυτού, ήταν οι προαναφερθέντες 3 “mosqueteros”, να αποτελούν τους μόνους που εστίαζαν στα μουσικά δρώμενα της εποχής.
Ωστόσο, το τότε κατεστημένο που ήθελε να διατυμπανίζει τον… συντροφικό αλλοιθωρισμό του και να μαρξίζει, έτσι… προς αλλαγή ηθών και τύπων, φρόντισε να τους “φάει”. Με τη δικαιολογία της έμμεσης διαφήμισης, τους έσυρε σε μία δίκη-παρωδία, εκείνο το καλοκαίρι του 1986 (αν δεν με απατά η μνήμη μου). Οι νέοι της εποχής θυμούνται ακόμα τη δίκη του Άκη, του Τσαουσόπουλου και του Ξυνόπουλου και την σιγή που ακολούθησε στο ράδιο… Την φρικτή ερτζιανή έρημο που δεν έβρισκες όχι όαση μα μήτε αντικατοπτρισμό της, για να ακούσεις λίγη μουσική της γεννιάς σου… Μοναδική εξαίρεση: τα βραδάκια. Τότε που οι “πειρατές” όπως ο “Jeronymo Groovy”, ο “ΗΧΩ Star Radio”, αλλά και ο “Radio Blackman” (που είχε ξεκινήσει με ’80s κι αυτός) και κάποιοι άλλοι… “παράνομοι” αποτελούσαν τις μοναδικές αχτίδες φωτός, μέσα σε ένα πηχτό κι αδιαπέραστο (μέχρι τότε) μουσικό σκότος μεσαιωνικής… διάρκειας και έντασης.

Οι άλλοι τρείς σωματοφύλακες-θεματοφύλακες των ’80s ήταν αυτοί της τηλεόρασης. Μιλάμε για τους Γιώργο Γκούτη, Λευτέρη Κογκαλίδη και Κώστα Σγόντζο. Ξεκινάμε από τον τελευταίο που είχε το “Μουσικό Καλλιδοσκόπειο” και που οφείλουμε να του αναγνωρίσουμε ότι είχε και το παρουσιαστικό και τον απαιτούμενο αέρα του εξωτερικού στα πανιά του, για μια εκομπή που προσπάθησε επάξια να ξεφύγει από τα καθιερωμένα. Ο δε Κογκαλίδης, είχε μια ανάλογη εκπομπή στην τότε ΕΡΤ 3. Το “Ηχοδρόμιο” (όπως λεγόταν αν η μνήμη αντιστέκεται καλά ακόμη απέναντι στον χρόνο) αποτελούσε μια εκπομπή που το στήσιμό της 30 χρόνια πριν, έμοιαζε με τις ανάλογες σημερινές εκπομπές κριτικής κινηματογράφου, οι δημιουργοί των οποίων τότε, μάλλον ξεροστάλιαζαν μπροστά στον δέκτη αντιγράφοντας την. Το περιεχόμενο των video clips που έπαιζε, άγγιζε και άλλους χώρους κι όχι μόνο το new wave (όπως ήθιστο να λέγεται η pop τότε) γεγονός που την έκανε προσιτή σε ένα ευρύτερο φάσμα νεολαίας εκείνων των χρόνων.

“Μουσικόραμα”: The Greek MTV
Ίσως από τις λίγες περιπτώσεις στην Ελληνική γλώσσα που μόνο μιά λέξη σημαίνει τόσα πολλά. Μία από τις λίγες πηγές ενημέρωσης που θα μπορούσε να έχει κάποιος στη δεκαετία του 80 για την παγκόσμια μουσική κίνηση.

Ήταν η… ελληνική έκδοση του ΜΤV σε μικρή συσκευασία. Ο παρουσιαστής της, μουσικά και αισθητικά στον ελάχιστο χρόνο που του έδινε η Ελληνική τηλεόραση παρουσίαζε υπομονετικά και με (βρετανικού εθιμοτυπικού) ξεχωριστή ευγένεια ότι προλαβαινε, από τα πιο… underground μέχρι τα πιο mainstream. Eνίοτε δε εκνεύριζε πολύ κόσμο γιατί ακριβώς λόγω του περιορισμένου χρόνου του, αναγκαζόταν αρκετές φορές να κόψει στη μέση κάποια βίντεο… Αξίζει να αναφερθεί ότι η εκπομπή ήταν τόσο δημοφιλής ώστε oι ιδιοκτήτες εστιατορίων συγκεκριμένης αλυσίδας εστιατορίων fast food της εποχής έγραφαν τις εκπομπές σε βιντεοκασσέτες και τις πρόβαλαν στο χώρο τους για να μαζέψουν πελάτες.
Το “Μουσικόραμα” το οποίο αποτελούσε την πρώτη μουσική εκπομπή της κρατικής τηλεόρασης, υπήρξε αναμφίβολα ο πρώτος διδάξας του είδους. Φέρνοντας στο τηλεθεάμον κοινό μια θεματική εκπομπή που θα κρατούσε συντροφιά στην νεολαία για κοντά μία δεκαετία δεν θα παρέλειπε να δημιουργήσει αντίστοιχα και ανεπανάληπτους… πονοκέφαλους στο γονείς που κοίταζαν πώς να μεταπείσουν τα παιδιά τους να διαβάσουν για… Πανελλήνιες. Γιατί κακά τα ψέμματα, το απόγευμα της κάθε Παρασκευής μας μέχρι και την 15η Ιουνίου 1991 οπότε και η εκπομπή τελείωσε, όλοι οι νέοι και νέες, κάθονταν σούζα μπροστά στον τηλεοπτικό δέκτη για να απολαύσουν μουσικά βίντεο, όπως κάθονταν τα πεινασμένα παιδιά της Αιθιοπίας εκείνα τα χρόνια μπροστά από την καραβάνα του συσιτίου… Εμείς -ευτυχώς- είμασταν πεινασμένοι μόνο για μουσική…
Δεν θυμάμαι πόσες φορές έπαιζε τα ίδια και τα ίδια. Βλέπετε η άνευ ουσίας και ορθότητας λόγου, λογοκρισία είχε επιφέρει και την ανάλογη ελλείψη clips, όμως τί μας ένοιαζε… Σε μία Ελλάδα που για να εφιστήσει σε ολόκληρη την υφήλιο την γνησιότητα του αντιαμερικανισμού της, φρόντισε να είναι η μία εκ των 4 χωρών (σε σύνολο 156 σε όλον τον πλανήτη), η οποία δεν αναμετάδωσε το Live Aid, η νεολαία δεν είχε άλλη διέξοδο από τα μικρά αυτά μουσικά διαλείμματα που ανάμεικτα με νέα της μουσικής σκηνής, αποτελούσαν την ύστατη ανάσα πριν… “μπούνε ξανά τα κεφάλια μέσα” (όπως λέγαμε τότε).
Γκούτης και… ξερό ψωμί
Γιώργος Γκούτης. Ένας παρουσιαστής ο οποίος από την πρώτη του κιόλας εμφάνιση στα τηλεοπτικά δρώμενα εκείνη την Παρασκευή της 24ης Σεπτεμβρίου του 1982, μέχρι και σήμερα, φρόντισε να συνδέσει το όνομά του με το μυστήριο.Τόσο με τον τρόπο που έκανε την εκπομπή του όσο και με τον τρόπο που αποσύρθηκε από την τηλεόραση, ακροβάτησε στα όρια του μύθου και της νοσταλγίας, συμπαρασέρνοντας σ’ αυτήν την μελωμένη κούρσα όλους όσους τον παρακολουθούσαν. Άνοιξε την αυλαία στο είδος του και την έκλεισε το ίδιο απαλά και σεπτά όπως και η εποχή που εκπροσώπησε. Από το όνομά του (ακόμα και σήμερα το κοινό της εποχής διχάζεται ως προς το αν τον λέγανε όντως Γιώργο ή Νίκο…) έως και την παντελή εξαφάνισή του από κάθε τί που σχετιζόταν με τον χώρο, ο εν λόγω παρουσιαστής, κατάφερε να κρατήσει αμείωτη τη νοσταλγία τόσο για τα 80’s του όσο και για το πρόσωπό του και την μετέπειτα πορεία του.

Ο Γκούτης υπήρξε ένας πολυδιάστατος πλην χαμηλού προφιλ άνθρωπος. Aπλός, μεστός, ήρεμος και ντυμένος πάντα μέσα στο κλίμα της εποχής, έφερνε μία φορά την εβδομάδα το top 10 σε μία νεολαία που ξεροστάλιαζε μπροστά στην τηλεόραση για να απολαύσει εκείνο το μοναδικό μισάωρο μουσικό διάλειμμα.Το θρυλικό “Μουσικόραμα”: που εκτός από τις καινοτομίες του, στηνόμασταν με στοιχήματα μπροστά στο δέκτη, ως προς την επόμενη ενδυματολογική έμπνευση του παρουσιαστή του, καθώς είχαμε έντονη κάθε Παρασκευή την περιέργεια για την επόμενη κίνηση που θα έβγαζε εκείνη η ατέλειωτη… γκαρνταρόμπα του. Πότε με παπιγιόν και ριγέ σακάκι, πότε με λευκό πουκάμισο και πλακέ γραβάτα χρώματος… electric blue και πότε με πουλοβεράκι και πράσινο μπουφάν με τα απαραίτητα… φουσκώματα λες και ετοιμαζόταν για κυριακάτικη εξόρμηση ορειβατικού συλλόγου. Σου έδινε την εντύπωση ότι εκεί στο στούντιο είτε δεν είχαν θέρμανση, είτε ετοιμάζονταν για… Παρνασσό.

Όλα όμως είχαν την βάση τους κι όλα δικαιολογούνταν αν φέρουμε για λίγο στο μυαλό μας τα κουστούμια των παπαράτσι στο “Slave to Love”, το ντύσιμο όχι μόνο της Madonna στο “La isla bonita” αλλά και του πιτσιρικά που είχε στο “Open your heart”… Θα καταλάβουμε και θα τα δικαιολογήσουμε όλα αν θυμηθούμε τα κρόσσια στο μπουφάν του Jon Bon Jovi, την ατημέλητη εμφάνιση του τραγουδιστή των INXS στο “Need you tonight”, τα ενδυματολογικά παντρέματα των Duran Duran με τα ανοιχτά πουκαμίσα και παντελόνια δερματίνης, που συνδυάζονταν με φανταχτερά γιλέκα, καθώς και τα εμπριμέ σακάκια του Paul Young. Όλα μαζί ένας αχταρμάς με… “κερασάκι” στην… ενδυματολογική τούρτα το κόκκινο τζάκετ του Michael Jackson στο “Βeat it” μαζί με τα κυανόλευκα ριγέ μπλουζάκια (με καπαρντίνα από πάνω) του Boy George και τα ζακάρ πουλοβεράκια με πέτσινο δερμάτινο και σπορτέξ παπούτσια του Limahl…

80s: The… “never ending story”
Δεν θα ήταν υπερβολή λοιπόν να πούμε ότι εκ των τριών τηλεοπτικών… σωματοφυλάκων ο Γιώργος Γκούτης ήταν πέραν πάσης αμφιβολίας, ο άνθρωπος που ενσάρκωνε με τον καλύτερο τρόπο τις μουσικές μας αναζητήσεις, με κόμμωση που ακολουθούσε τη μόδα της δεκαετίας και διαφοροποιούνταν από χρόνο σε χρόνο. Ήταν ίσως ο τρόπος του να διευκολύνει τον τηλεθεατή να καταλάβει ότι άλλη μια χρονιά είχε κυλήσει, άλλη μιά χρονιά πoυ θα μας έφερνε όλο και πιό κοντά, στη δύση της καλύτερης δεκαετίας. Μιάς εποχής που άφησε το στίγμα της ανεξίτηλο στους λάτρεις του είδους, αλλά και στους εχθρούς των… “φλώρων” (καθώς οι πρώτοι -κακά τα ψέμματα- θέλοντας και μη, μόνο με τα ακούσματα αυτής της μουσικής μπορούσαν να αναζητήσουν γκόμενα…)

Η δε απουσία του από τα τηλεοπτικά πράγματα όλα αυτά τα χρόνια συντηρεί το μύθο της εκπομπής.
Δεν ξανάκανε τηλεοπτική εκπομπή.
Δεν ξαναεμφανίστηκε στην μικρή οθόνη.
Δεν έδωσε ποτέ καμία συνέντευξη.
Φήμες τον ήθελαν να ασχολείται με εκτενείς καλλιέργειες βιολογικών προϊόντων και άλλες να εργάζεται από θέση στελέχους σε μεγάλη τράπεζα διεθνών συμφερόντων. Κανείς μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί είτε να τις επιβεβαιώσει είτε να τις διαψεύσει αυτές τις φήμες. Ίσως, είναι γοητευτικότερο να παραμείνει εκεί… στη σφαίρα της ασαφούς και μακρινής ανάμνησης. Ίσως είναι πιό μαγευτικό το μυστήριο της εξαφάνισης του, να μην λυθεί ποτέ. Να μείνει μπερδεμένο και γοητευτικό όπως οι 80’s αναμνήσεις μας από εκείνα τα αθώα μουσικά τηλεοπτικά απογεύματα της Παρασκευής λίγο πριν την έξοδό μας. Όπως και να ‘χει ο Γιώργος Γκούτης, δεν παύει να είναι ο άνθρωπος που σηματοδότησε την έναρξη και την αυλαία μιας ολόκληρης εποχής.
Mιας εποχή αφιερωμένης:
Από: όλους εμάς της γεννιάς μου (την τελευταία γεννιά που μπορεί ακόμα να λέει ότι έζησε εφηβικά χρόνια…)
Προς: όλους αυτούς που μπορούν ακόμα να υπερηφανεύονται ότι εκείνη η δεκαετία ήταν η ΜΟΝΗ που άφησε το στίγμα της σε λάτρεις της και μη.
Σε: όλους τους σημερινούς έφηβους, που νομίζουν ότι αυτά που συνέβαιναν στα ’80s γίνονταν μόνο στις ταινίες του Δαλιανίδη…
Αχ ρε ΑΘΑΝΑΤΑ ’80’s… ποιός δεν θα έδινε για να ξαναζήσει μία έστω νύχτα σας και 10 χρόνια για αντάλλαγμα…

El Comandante

Διαβάστε Περισσότερα