Την Ρωμιοσύνη Μίκη, να την κλαίς… | EL COMANDANTE

Είμαστε ένας λαός πολυβασανισμένος μα και ανεπανάληπτα τυχερός. Λιγοστοί είμασταν πάντα, αλλά με απύθμενο ειδικό βάρος. Παίζει να είμαστε και ο μοναδικός -ίσως- λαός σε ολόκληρο τον πλανήτη, που όταν γυρίζει το μάτι μας ανάποδα, βρίζουμε τα θεία… κι από την άλλη, με το που ακούει το «σήμερον κρεμάται επί ξύλου», του σηκώνεται η τρίχα κάγκελο, από την απήχηση που παίρνει μέσα του, το θείο δράμα, μέσα απ’ τη μορφή της θρησκευτικής ποίησης.

Είμαστε ένας λαός δύσκολος, γεμάτος ιδιαιτερότητες, αλλά που παραμένει ικανός να στείλει στον… κουβά, όποιον νόμο βρει μπροστά του, προκειμένου να δείξει την ανθρωπιά του του πρός τον διπλανό του που υποφέρει. Είμαστε λαός απρόβλεπτος που έχει μάθει να μετριάζει τις δυκολίες του, βρίσκοντας απάγκιο στο τραγούδι…Μίκης Θεοδωράκης: Άγνωστα περιστατικά από την πολυκύμαντη ζωή τουΈνα λαός που αμετανόητα ψηφίζει με το σκεπτικό «της κατσίκας του γείτονα», αλλά επιμένει -ίσως όχι όπως κάποτε, πάντως επιμένει- να αμφισβητεί (όπως και οι πρόγονοί του) τα όσα συμβαίνουν γύρω του, προκειμένου να φτάσει στο μεδούλι της αλήθειας. Ψήγμα ατόφιου χρυσού αυτή η κληρονομιά του Έλληνα: η ανεξάντλητη τάση της φιλοσοφικής προσέγγισης των πραγμάτων, που λειτουργεί ανά τους αιώνες ως άσβεστη σπίθα σωτηρίας.

Ένας λαός όμως με ΘΕΙΑ κληρονομιά: βάζει κανείς μαζί όλους τους ξένους ποιητές και δεν φτάνουν ούτε το 1/5 από το σύνολο των ποιητών που έβγαλε τούτος ο πολυβασανισμένος τόπος. Μιλάνε με υπερηφάνια οι ξένοι για τον Έζρα Πάουντ, τον Τένεσυ Ουίλιαμς, τον Βολταίρο, τον Ρόμπερτ Μπερνς, τον Έντγκαρ Άλαν Ποέ, τον Μπωντλαίρ, τη στιγμή που οι Έλληνες, δεν… μιλάνε για τους δικούς τους… οι Έλληνες τους τραγουδάνε!
Και έχουμε την τύχη, να τους τραγουδάμε ενίοτε, στα ίδια αρχαία θέατρα, που οι φωτισμένοι πρόγονοί μας, μεταλαμπάδευαν, το φως του πολιτισμού τους, αφείδωλα στο κοινό.
Μα την αλήθεια… ποιός άλλος λαός σ’ ετούτον τον πλανήτη, μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει την ευλογία, να μετα-βιώνει κάτι ανάλογο, 2.500 χρόνια μετά;

Είμαστε ένας λαός -γράψτε λάθος- είμαστε ο μοναδικός λαός που… «άξιος εστί», τραγούδησε τον βραβευμένο με Νόμπελ Ελύτη… Που μετέτρεψε τα ποιήματα του δις προταθέντα για Νόμπελ Γιάννη Ρίτσου, σε άσματα ελευθερίας… 
Που ερωτεύτηκε… «στο περιγυάλι το κρυφό» τραγουδώντας τον επίσης βραβευμένο με Νόμπελ Σεφέρη και που έφτιαξε τις μπαλάντες των δικών του αισθήσεων, με τις μελωδίες του βραβευμένου με Όσκαρ, Μάνου… Κι όλα αυτά τα βίωσε στα σώψυχά του, μέσα από τις νότες του μεγαλύτερου συνθέτη του 20 ου αιώνα, του Μίκη Θεοδωράκη.
Μίκης Θεοδωράκης: Μουσική και Πολιτική - Μίκης Θεοδωράκης ΟδηγόςΣτέκομαι και κοιτάζω πίσω μου, με τρόμο: κανείς δεν τους διαδέχτηκε όλους αυτούς… Δεν βρέθηκε ούτε ένας έστω, να πάρει την σκυτάλη, να κρατήσει άσβεστο όλο τούτο το φως, να μεταλαμπαδεύσει το χρέος της ιερής συνέχειας… Αυτό ένιωσα όταν έφυγε ο Μίκης… ότι θα «…διψάσουμε κάποιο μεσημέρι», μα θα είναι αργά σαν διαπιστώσουμε πως «το νερό γλυφό»…

«Με τί καρδιά και τί πνοή» να το ξεστομίσω τώρα αυτό που νιώθω…
Πολύ φοβάμαι όμως -όσο κι άν το απεύχομαι- πως «πάνω στην πέτρα την αγιασμένη» έφτασε η στιγμή πλέον που «την Ρωμιοσύνη (είναι) να την κλαίς πλέον…»

Σημ.: Τις στιμές που έγραφα ετούτες τις γραμμές, βρισκόμουν στο μπαλκόνι ενός ξενοδοχείου, στην Καρταχένα της Κολομβίας. Κάποια στιγμή με έπιασα να τραγουδώ σχεδόν φωναχτά, με τα μάτια βουρκωμένα, από τη συγκίνηση το “Της Δικαιοσύνης ήλιε νοητέ”. Από τη διπλανή πολυκατοικία, μιά κυρία που σφουγγάριζε το μπαλκόνι της και με άκουσε, μου είπε την περίφημη φράση του Ιούλιου Καίσαρα “Μου ακούγονται ακαταλαβίστικα, σαν… Ελληνικά” και συμπλήρωσε: “Δεν καταλαβαίνω τίποτα. Όμως αυτό που τραγουδάς, σίγουρα είναι Μίκης…“.
Mε μιά ελαφρά πικρία στο χαμόγελό μου, της έγνεψα καταφατικά.
Πικρία, καθώς σκεπτόμενος ότι πίσω στην πατρίδα μου, δεν έλαβε χώρα ΟΥΤΕ ΜΙΑ εκδήλωση, πρός τιμήν του, μονολόγησα:
Μακάρι κάποια ημέρα, να γίνουμε… Κολομβία!

EL COMANDANTE

Διαβάστε Περισσότερα